Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
σμήκτης
σμηκτικός
σμηκτός
σμηκτρίς
σμῆλαι
σμῆμα
σμηματοδοκίς
σμηματοδόχος
σμηματοθήκη
σμηματοφορεῖον
σμήνη
σμηνηδόν
σμηνίον
σμηνιών
σμηνοδόκος
σμηνοκόμος
σμῆνος
σμηνουργέω
σμηνουργία
σμηνουργός
σμῆξις
View word page
σμήνη
σμήν-η
,
ἡ
,
A).
f.l. for
μήνη
in Hdn.Gr.
2.923
codd.
II).
pl.,=
τῶν μελισσῶν οἱ κηροδόχοι ἤτοι αἱ θῆκαι
,
Hsch.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
σμήνη
Headword (normalized):
σμήνη
Headword (normalized/stripped):
σμηνη
IDX:
95476
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-95477
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σμήν-η</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> f.l. for <span class="ref greek">μήνη</span> in Hdn.Gr.<span class="bibl"> 2.923 </span> codd. </div> <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-2"> <span><strong>II).</strong></span> pl.,= <span class="foreign greek">τῶν μελισσῶν οἱ κηροδόχοι ἤτοι αἱ θῆκαι</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div> </div><br><br>'}