Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

σμαράγδιον
σμαραγδίτης
σμάραγδος
σμαραγδοχαίτας
σμαραγδώδης
σμαραγέω
σμαραγή
σμαραγίζω
σμάραγνα
Σμάραγος
σμαράσσω
σμάρδικον
σμαρίλη
σμαρίς
σμαρκόν
σμάω
σμερδαλέος
σμερδνός
σμέρδ[ν]ος
σμῆγμα
σμηγματοπώλης
View word page
σμαράσσω
σμᾰράσσω,= μαράσσω, σμαραγέω, EM 721.1 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σμαράσσω
Headword (normalized):
σμαράσσω
Headword (normalized/stripped):
σμαρασσω
IDX:
95454
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-95455
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σμᾰράσσω</span>,= <span class="foreign greek">μαράσσω, σμαραγέω</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg4099.tlg001:721:1" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg4099.tlg001:721.1/canonical-url/"> <span class="title" style="font-style: italic;">EM</span> 721.1 </a>.</div><br><br>'}