Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
σκοτία
σκοτιαῖος
σκότιας
σκοτίζω
σκοτιοέρεβος
σκότιος
σκοτισμός
σκοτίτας
σκοτοβινιάω
σκοτοδασυπυκνόθριξ
σκοτόδειπνος
σκοτοδινέω
σκοτοδινία
σκοτοδινίασις
σκοτοδινιάω
σκοτόδινος
σκοτοειδής
σκοτόεις
σκοτοεργός
σκοτοιβόρος
σκοτόμαινα
View word page
σκοτόδειπνος
σκοτό-δειπνος
,
ον
,
A).
eating in the dark
,
Hsch.
s.v.
ζοφοδερκίας
.
ShortDef
eating in the dark
Debugging
Headword:
σκοτόδειπνος
Headword (normalized):
σκοτόδειπνος
Headword (normalized/stripped):
σκοτοδειπνος
IDX:
95198
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-95199
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σκοτό-δειπνος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">eating in the dark</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> s.v. <span class="ref greek">ζοφοδερκίας</span> .</div> </div><br><br>'}