Σκῖρον
Σκῖρον or Σκίρον, τό, a suburb of Athens, Ἀθηναῖοι τρεῖς ἀρότους ἱερ<*>ὺς ἄγουσι, πρῶτον ἐπὶ Σκίρῳ ; named after the seer 2.144a Σκ<*>, , cf. 1.36.4
A). s.v. Σκειρόμαντις; ἐπὶ Σκίρῳ ἱεροποιία ; 9.1.9 ἐκύβευον ἐπὶ Σκίρῳ ἐν τῷ τῆς Σκιράδος Ἀθηνᾶς νεῷ , cf. 9.96 ; a district of brothels and the like , 1397.25 , 3.8 25 , ; cf. foreg.