Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

σκιή
σκιθακός
σκίλλα
σκιλλιτικός
σκιλλοκρόμμυον
σκιλλομαχία
σκίλλος
σκιλλώδης
σκιμαλίζω
σκίμαλλος
σκιμβάδες
σκιμβάζω
σκιμβασμός
σκιμβός
σκίμβρον
σκιμπόδιον
σκίμπους
σκίμπτομαι
σκίμπων
σκίναξ
σκίναρ
View word page
σκιμβάδες
σκιμβάδες· ὕλη εὔθετος εἰς τοίχων ἐπίθεσιν, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σκιμβάδες
Headword (normalized):
σκιμβάδες
Headword (normalized/stripped):
σκιμβαδες
IDX:
94862
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-94863
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σκιμβάδες·</span> <span class="foreign greek">ὕλη εὔθετος εἰς τοίχων ἐπίθεσιν</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}