Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

σκηκός
δὲ2
σκηναρχέω
σκηνάω
σκηνεῖον
σκηνεύομαι
σκηνευτής
σκηνέω
σκηνή
σκήνημα
σκηνήτης
σκηνίδιον
σκηνικεύομαι
σκηνικός
σκηνίπτω
σκηνίς
σκηνίτης
σκηνοβατέω
σκηνογραφέω
σκηνογραφία
σκηνογραφικός
View word page
σκηνήτης
σκην-ήτης,
A). v. σκηνίτης .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σκηνήτης
Headword (normalized):
σκηνήτης
Headword (normalized/stripped):
σκηνητης
IDX:
94764
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-94765
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σκην-ήτης</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">σκηνίτης</span> .</div> </div><br><br>'}