Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
σκαφήφορος
σκαφιά
σκαφίδιον
σκαφιδοποιός
σκαφιόκουρος
σκαφιόλια
σκάφιον1
σκάφιον2
σκαφίς
σκαφίς
σκαφιστήριον
σκαφίτης
σκαφλεύς
σκαφοειδής
σκαφολουτρέω
σκαφοπάκτων
σκαφόπλωρος
σκάφος
σκάφος
σκαφώδης
σκαφώρη
View word page
σκαφιστήριον
σκᾰφ-ιστήριον
,
τό
,
A).
vas in quo triticum mundatur,
Gloss.
ShortDef
vas in quo triticum mundatur
Debugging
Headword:
σκαφιστήριον
Headword (normalized):
σκαφιστήριον
Headword (normalized/stripped):
σκαφιστηριον
IDX:
94627
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-94628
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σκᾰφ-ιστήριον</span>, <span class="gen greek">τό</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">vas in quo triticum mundatur,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Gloss.</span> </span> </div> </div><br><br>'}