Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
σιταλετικός
Σιτάλκας
σιτανίας
σιταποδέκτης
σιταποδοχεῖον
σιταποχία
σιτάριον
σιταρκέω
σιτάρκησις
σιταρκία
σιταρκισμός
σιταρχέω
σιτάρχημα
σιτάρχης
σιταρχία
σιταρχώ
σιτεία
σιτένδεια
σιτεύσιμος
σίτευσις
σιτευτάριος
View word page
σιταρκισμός
σῑταρκ-ισμός
,
ὁ
,
A).
supply of food
, Al.
Ge.
43.2
.
ShortDef
supply of food
Debugging
Headword:
σιταρκισμός
Headword (normalized):
σιταρκισμός
Headword (normalized/stripped):
σιταρκισμος
IDX:
94326
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-94327
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σῑταρκ-ισμός</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">supply of food</span>, Al.<span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Ge.</span> 43.2 </span>.</div> </div><br><br>'}