Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

σισαμίς
σισάριον
σίσαρον
σισέλεος
σισίλαρος
σισιλισμός
σίσιλλος
σίσμα
σισμός
σισόη
σισορβάκος
σίστρος
σίσυβος
σισύμβρινος
σισύμβριον
σίσυμβρον
σισύρα
σισυριγχίον
σίσυρνα
σισυρνοδύτης
σισυρνοφόρος
View word page
σισορβάκος
σισορβάκος· τράχουρος ὁ ἰχθῦς, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σισορβάκος
Headword (normalized):
σισορβάκος
Headword (normalized/stripped):
σισορβακος
IDX:
94292
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-94293
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σισορβάκος·</span> <span class="foreign greek">τράχουρος ὁ ἰχθῦς</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}