Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

Σινωπίζω
σινωτικός
σίξις
σιοειδής
σιοκόμος
σιοκόρος
σίον
σιός
σιοφόρος
σιπαλός
σιππινόμεστος
σίππιον
σιππουργός
σίπτα
σιπταχόρας
σιπτῶναι
σίπυδνος
σιπύη
σιπύηθεν
σιπυΐς
σίραιον
View word page
σιππινόμεστος
σιππινόμεστος, ον,
A). stuffed with tow, προσκεφάλαια PMasp. 6 ii 60 (vi A.D.).


ShortDef

stuffed with tow

Debugging

Headword:
σιππινόμεστος
Headword (normalized):
σιππινόμεστος
Headword (normalized/stripped):
σιππινομεστος
IDX:
94259
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-94260
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σιππινόμεστος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">stuffed with tow</span>, <span class="quote greek">προσκεφάλαια</span> <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">PMasp.</span> 6 ii 60 </span> (vi A.D.).</div> </div><br><br>'}