Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

σίναπῐ
σιναπίδιον
σιναπίζω
σινάπινος
σινάπιον
σιναπισμός
σιναπιστέον
σινάπυξ
σιναρός
σινάς
σινδαρωνεύομαι
σίνδιον
σίνδις
Σινδογενής
σινδοκόθορνοι
σινδόνη
σινδονιάζω
σινδόνιον
σινδόνιος
σινδονίσκος
σινδονίτης
View word page
σινδαρωνεύομαι
σινδαρωνεύομαι, perh. corrupt for σιναμωρέω in App.Prov. 4.71 (cf. Pherecr. 230 ).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σινδαρωνεύομαι
Headword (normalized):
σινδαρωνεύομαι
Headword (normalized/stripped):
σινδαρωνευομαι
IDX:
94209
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-94210
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σινδαρωνεύομαι</span>, perh. corrupt for <span class="foreign greek">σιναμωρέω</span> in <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">App.Prov.</span> 4.71 </span> (cf. <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0486.tlg001:230" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0486.tlg001:230/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Pherecr.</span> 230 </a>).</div><br><br>'}