Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
σιλιγνοπώλιον
σιλλαίνω
σιλλέα
σιλλικύπριον
σιλλογραφέω
σιλλογραφία
σιλλόγραφος
σιλλοποιός
σίλλος
σιλλόω
σιλλυβιάω
σίλλυβον
σίλλυβος
σιλόδουροι
σιλουρισμός
σίλουρος
σιλφαῖος
σίλφη
σιλφιόεις
σίλφιον
σιλφιοπώλης
View word page
σιλλυβιάω
σιλλῠβιάω
,=
τὸ τοὺς κροσσοὺς ἀποσείεσθαι
,
Hsch.
(corr. Bentl. for
σιβυλλιᾶν
, q.v.).
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
σιλλυβιάω
Headword (normalized):
σιλλυβιάω
Headword (normalized/stripped):
σιλλυβιαω
IDX:
94148
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-94149
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σιλλῠβιάω</span>,= <span class="foreign greek">τὸ τοὺς κροσσοὺς ἀποσείεσθαι</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> (corr. Bentl. for <span class="foreign greek">σιβυλλιᾶν</span>, q.v.).</div><br><br>'}