Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
Σικανία
σικανός
σικάριος
Σικελία
Σικελίζω
Σικελικός
Σικελιώτης
Σικελός
σίκεον
σίκερα
σικερίτης
σίκη
σίκιννις
σικιννιστής
σικιννοτύρβη
σίκκα
σίκλος
σικύα
σικυάζω
σικυαστέον
σικυαστήριον
View word page
σικερίτης
σικερίτης
[
ῑτ] οἶνος
,
A).
cider
, Zos.Alch.
p.184
B.
ShortDef
cider
Debugging
Headword:
σικερίτης
Headword (normalized):
σικερίτης
Headword (normalized/stripped):
σικεριτης
IDX:
94095
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-94096
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σικερίτης</span> [<span class="foreign greek">ῑτ] οἶνος</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">cider</span>, Zos.Alch.<span class="bibl"> p.184 </span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">B.</span> </span> </div> </div><br><br>'}