Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

Σιθωνία
σίκα
Σικανία
σικανός
σικάριος
Σικελία
Σικελίζω
Σικελικός
Σικελιώτης
Σικελός
σίκεον
σίκερα
σικερίτης
σίκη
σίκιννις
σικιννιστής
σικιννοτύρβη
σίκκα
σίκλος
σικύα
σικυάζω
View word page
σίκεον
σίκεον· ὡς Ἴστρος, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σίκεον
Headword (normalized):
σίκεον
Headword (normalized/stripped):
σικεον
IDX:
94093
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-94094
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σίκεον·</span> <span class="foreign greek">ὡς Ἴστρος</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}