Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

Σιδονίηθεν
Σιδονυφής
Σιδοῦς
σίδριμνον
Σιδών
σιειδής
σιελίζω
σιζεύς
σίζω
σιηγόνιον
σιθιλεσαδέ
Σιθωνία
σίκα
Σικανία
σικανός
σικάριος
Σικελία
Σικελίζω
Σικελικός
Σικελιώτης
Σικελός
View word page
σιθιλεσαδέ
σιθιλεσαδέ, African word,
A). = ἱεράκιον τὸ μέγα , Ps.- Dsc. 3.64 , vv.ll. σιθιλαισαδε , σιθιλεσας.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σιθιλεσαδέ
Headword (normalized):
σιθιλεσαδέ
Headword (normalized/stripped):
σιθιλεσαδε
IDX:
94082
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-94083
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σιθιλεσαδέ</span>, African word, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">ἱεράκιον τὸ μέγα</span> , Ps.-<span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Dsc.</span> 3.64 </span>, vv.ll. <span class="itype greek">σιθιλαισαδε</span> <span class="foreign greek">, σιθιλεσας</span>.</div> </div><br><br>'}