Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

σιδιοειδής
σίδιον
σιδιωτόν
σιδόεις
Σιδονίηθεν
Σιδονυφής
Σιδοῦς
σίδριμνον
Σιδών
σιειδής
σιελίζω
σιζεύς
σίζω
σιηγόνιον
σιθιλεσαδέ
Σιθωνία
σίκα
Σικανία
σικανός
σικάριος
Σικελία
View word page
σιελίζω
σιελίζω, σίελον, etc.,
A). v. σιαλ- .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σιελίζω
Headword (normalized):
σιελίζω
Headword (normalized/stripped):
σιελιζω
IDX:
94078
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-94079
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σιελίζω</span>, <span class="orth greek">σίελον</span>, etc., <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">σιαλ-</span> .</div> </div><br><br>'}