Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

σιδηρότευκτος
σιδηροτόκος
σιδηροτομέω
σιδηρότροχος
σιδηροτρύπανον
σιδηρότρωτος
σιδηρουργεῖον
σιδηρουργία
σιδηρουργός
σιδηροῦς
σιδηροφάγος
σιδηροφορέω
σιδηροφόρος
σιδηρόφρων
σιδηροφυής
σιδηροχαλκεύς
σιδηρόχαλκος
σιδηροχάρμης
σιδηροχίτων
σιδηρόψυχος
σιδηρόω
View word page
σιδηροφάγος
σῐδηρο-φάγος [ᾰ],,
A). eating into iron, ῥίνη BGU 40.6 (ii/iii A.D.).


ShortDef

eating into iron

Debugging

Headword:
σιδηροφάγος
Headword (normalized):
σιδηροφάγος
Headword (normalized/stripped):
σιδηροφαγος
IDX:
94052
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-94053
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σῐδηρο-φάγος</span> [<span class="foreign greek">ᾰ],</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">eating into iron</span>, <span class="quote greek">ῥίνη</span> <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">BGU</span> 40.6 </span> (ii/iii A.D.).</div> </div><br><br>'}