Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

σιδηριουργός
σιδηρίσκος
σιδηρίτης
σιδηροβασταγή
σιδηρόβαφος
σιδηροβόλιον
σιδηροβόρος
σιδηροβριθής
σιδηροβρώς
σιδηροδάκτυλος
σιδηροδέσμος
σιδηροδετέω
σιδηρόδετος
σιδηρόεις
σιδηροθήκη
σιδηροθώραξ
σιδηροκατάδικος
σιδηροκμής
σιδηροκόλεος
σιδηροκόντρα
σιδηροκόπος
View word page
σιδηροδέσμος
σῐδηρο-δέσμος, ον,
A). with bonds of iron, ἀνάγκαι LXX 3 Ma. 4.9 .


ShortDef

with bonds of iron

Debugging

Headword:
σιδηροδέσμος
Headword (normalized):
σιδηροδέσμος
Headword (normalized/stripped):
σιδηροδεσμος
IDX:
94013
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-94014
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σῐδηρο-δέσμος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">with bonds of iron</span>, <span class="quote greek">ἀνάγκαι</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0527.tlg025:4:9" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0527.tlg025:4.9/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">LXX</span> <span class="title" style="font-style: italic;">3 Ma.</span> 4.9 </a> .</div> </div><br><br>'}