Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
σιδηρεία1
σιδηρεῖα2
σιδηρένδετος
σιδηρεόεις
σιδήρεος
σιδηρεύς
σιδηρεύω
σιδηρήεις
σιδηρίζω
σιδήριον
σιδηριουργός
σιδηρίσκος
σιδηρίτης
σιδηροβασταγή
σιδηρόβαφος
σιδηροβόλιον
σιδηροβόρος
σιδηροβριθής
σιδηροβρώς
σιδηροδάκτυλος
σιδηροδέσμος
View word page
σιδηριουργός
σῐδηρ-ιουργός
,
ὁ
,
A).
faber ferrarius,
Gloss.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
σιδηριουργός
Headword (normalized):
σιδηριουργός
Headword (normalized/stripped):
σιδηριουργος
IDX:
94003
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-94004
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σῐδηρ-ιουργός</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">faber ferrarius,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Gloss.</span> </span> </div> </div><br><br>'}