Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

σιγύνης
σίγχος
σίδαιον
σίδειος
σιδεύνης
σίδη
σιδηραγωγός
σιδηρεία1
σιδηρεῖα2
σιδηρένδετος
σιδηρεόεις
σιδήρεος
σιδηρεύς
σιδηρεύω
σιδηρήεις
σιδηρίζω
σιδήριον
σιδηριουργός
σιδηρίσκος
σιδηρίτης
σιδηροβασταγή
View word page
σιδηρεόεις
σῐδηρ-εόεις, εσσα, εν,= sq.,
A). βρόχοι Epic.Alex.Adesp. 9 ix 12 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σιδηρεόεις
Headword (normalized):
σιδηρεόεις
Headword (normalized/stripped):
σιδηρεοεις
IDX:
93996
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-93997
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σῐδηρ-εόεις</span>, <span class="itype greek">εσσα</span>, <span class="itype greek">εν</span>,= sq., <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="quote greek">βρόχοι</span> <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Epic.Alex.Adesp.</span> 9 ix 12 </span> .</div> </div><br><br>'}