Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

σίγλα
σίγλος
σιγλοφόρος
σίγμα
σιγματίζω
σιγματοειδής
σιγμοειδής
σιγμός
σίγνον
σιγνοφόρος
σῖγος
σίγραι
σιγρίασις
σιγύνης
σίγχος
σίδαιον
σίδειος
σιδεύνης
σίδη
σιδηραγωγός
σιδηρεία1
View word page
σῖγος
σῖγος, εος, τό,= σιγή, An.Ox. 2.319 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σῖγος
Headword (normalized):
σῖγος
Headword (normalized/stripped):
σιγος
IDX:
93983
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-93984
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σῖγος</span>, <span class="itype greek">εος</span>, <span class="gen greek">τό</span>,= <span class="foreign greek">σιγή</span>, <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">An.Ox.</span> 2.319 </span>.</div><br><br>'}