Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
σιγή
σιγηλός
σιγημονᾷς
σιγηρός
σιγητέον
σιγητής
σιγητικός
σιγιλλάρια
σίγιον
σίγιστρον
σιγιστροπύλη
σίγκηρες
σίγλα
σίγλος
σιγλοφόρος
σίγμα
σιγματίζω
σιγματοειδής
σιγμοειδής
σιγμός
σίγνον
View word page
σιγιστροπύλη
σιγιστροπύλη
[
ῠ],
,
A).
cupboard door,
POxy.
1923.5
(v/vi A.D.).
ShortDef
cupboard door
Debugging
Headword:
σιγιστροπύλη
Headword (normalized):
σιγιστροπύλη
Headword (normalized/stripped):
σιγιστροπυλη
IDX:
93971
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-93972
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σιγιστροπύλη</span> [<span class="foreign greek">ῠ],</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">cupboard door,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">POxy.</span> 1923.5 </span> (v/vi A.D.).</div> </div><br><br>'}