Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

σιγγλάριος
σιγγρίασις
σιγεῖν
σιγέρπης
σιγή
σιγηλός
σιγημονᾷς
σιγηρός
σιγητέον
σιγητής
σιγητικός
σιγιλλάρια
σίγιον
σίγιστρον
σιγιστροπύλη
σίγκηρες
σίγλα
σίγλος
σιγλοφόρος
σίγμα
σιγματίζω
View word page
σιγητικός
σῑγ-ητικός, , όν,= σιγηλός, Hp. Decent. 3 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σιγητικός
Headword (normalized):
σιγητικός
Headword (normalized/stripped):
σιγητικος
IDX:
93967
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-93968
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σῑγ-ητικός</span>, <span class="itype greek">ή</span>, <span class="itype greek">όν</span>,= <span class="foreign greek">σιγηλός</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0627.tlg050:3" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0627.tlg050:3/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hp.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Decent.</span> 3 </a>.</div><br><br>'}