Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

Σιβυλλιάω
Σιβυλλιστής
σιβύνη
σιβύνιον
σῖγα1
σίγα2
σιγᾷ
σιγάζω
σιγαλέος
σιγαλόεις
σιγαλός
σιγαλόω
σιγάλωμα
σιγᾶς
σιγάω
σιγγλάριος
σιγγρίασις
σιγεῖν
σιγέρπης
σιγή
σιγηλός
View word page
σιγαλός
σῑγᾱλός, Dor. for σιγηλός (q.v.).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σιγαλός
Headword (normalized):
σιγαλός
Headword (normalized/stripped):
σιγαλος
IDX:
93952
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-93953
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σῑγᾱλός</span>, Dor. for <span class="foreign greek">σιγηλός</span> (q.v.).</div><br><br>'}