Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

σιαλοποιός
σιαλόρ
σίαλος
σιαλοχόος
λοχοέω
σιαλόω
σιαλώδης
σιάλωμα
σιαντία
σιαντός
σιαντόφρικτος
σιβαία
Σίβυλλα
Σιβυλλαίνω
Σιβύλλειος
Σιβυλλιάω
Σιβυλλιστής
σιβύνη
σιβύνιον
σῖγα1
σίγα2
View word page
σιαντόφρικτος
σῐαντόφρικτος, ον,
A). horridus, Gloss. (fort. σιαντός· φρικτός).


ShortDef

horridus

Debugging

Headword:
σιαντόφρικτος
Headword (normalized):
σιαντόφρικτος
Headword (normalized/stripped):
σιαντοφρικτος
IDX:
93937
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-93938
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σῐαντόφρικτος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">horridus,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Gloss.</span> </span> (fort. <span class="orth greek">σιαντός·</span> <span class="foreign greek">φρικτός</span>).</div> </div><br><br>'}