Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

σῆσις
σηστέον
σηστέρτιος
Σηστιώδης
σηστός
Σηστός
σηστρίδιον
σῆστρον
σητάνειος
σητάνιον
σητανώδης
σητάω
σήτειος
σῆτες
σητινός
σητόβρωτος
σητοδόκιδες
σητόκοπος
σήψ
σηψιδακής
σῆψις
View word page
σητανώδης
σητᾰνώδης, ες,= σητάνιος, Hp. ap. Gal. 19.137 . (Spelt σιταν-.)


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σητανώδης
Headword (normalized):
σητανώδης
Headword (normalized/stripped):
σητανωδης
IDX:
93894
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-93895
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σητᾰνώδης</span>, <span class="itype greek">ες</span>,= <span class="foreign greek">σητάνιος</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hp.</span> </span> ap. <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Gal.</span> 19.137 </span>. (Spelt <span class="foreign greek">σιταν-</span>.)</div><br><br>'}