Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

Σεξτίλιος
σέο
σέος
σεπτάς
Σεπτέμβριος
σεπτεύω
σεπτήρια
σεπτικός
σεπτός
σεραπιάς
Σέραπις
Σεραφείμ
σεργοί
σέρις
σέριφον
σερός
σέρφος
σεσαρυῖα
σέσελις
σεσερῖνος
σεσηρότως
View word page
Σέραπις
Σέρᾱπις, Σεραπεῖον,
A). v. Σάραπις .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
Σέραπις
Headword (normalized):
σέραπις
Headword (normalized/stripped):
σεραπις
IDX:
93727
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-93728
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">Σέρᾱπις</span>, <span class="orth greek">Σεραπεῖον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">Σάραπις</span> .</div> </div><br><br>'}