Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

σαπωναρικός
σαπώνιον
σαράβαρα
σάραβος
σαράγαρον
σάραγος
σαρακνον
σάραξ1
σάραξ2
σαραπιακός
σαραπιάς
σαραπίους
Σάραπις
σάραπις
σαράπους
σαραχηρώ
σάργαλος
σαργάνη
σαργανίδιον
σαργάνιον
σαργανίς
View word page
σαραπιάς
σαραπιάς,= σερ-, Dsc. Eup. 2.39 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σαραπιάς
Headword (normalized):
σαραπιάς
Headword (normalized/stripped):
σαραπιας
IDX:
93286
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-93287
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σαραπιάς</span>,= <span class="foreign greek">σερ-</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Dsc.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Eup.</span> 2.39 </span>.</div><br><br>'}