Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

σαπρόστομος
σαπρότης
σαπροφαγέω
σαπρόω
σαπρύνομαι
σαπύλλειν
σαπφείρινος
σαπφείριον
σάπφειρος
Σαπφώ
σαπών1
σάπων2
σαπωναρικός
σαπώνιον
σαράβαρα
σάραβος
σαράγαρον
σάραγος
σαρακνον
σάραξ1
σάραξ2
View word page
σαπών1
σᾰπών,
A). v. σήπω .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σαπών1
Headword (normalized):
σαπών
Headword (normalized/stripped):
σαπων1
IDX:
93274
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-93275
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σᾰπών</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">σήπω</span> .</div> </div><br><br>'}