Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
σαγηφορέω
σαγινεύς
σαγίον
σαγίς
σάγμα
σαγματᾶς
σαγμάτιον
σαγματογήνη
σαγματοποιός
σαγματοράπτης
σαγματοράφος
σαγολαίφεα
σάγος
σάγουρον
Σαδδουκαῖοι
σαθαρυγά
σαθέριον
σάθη
σάθραξ
σαθρός
σαθρότης
View word page
σαγματοράφος
σαγμᾰτο-ράφος
[
ρᾰ],
,= foreg.,
PGoodsp.Cair.
30 xxxviii 19
(ii A.D.).
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
σαγματοράφος
Headword (normalized):
σαγματοράφος
Headword (normalized/stripped):
σαγματοραφος
IDX:
93028
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-93029
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σαγμᾰτο-ράφος</span> [<span class="foreign greek">ρᾰ],</span>,= foreg., <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">PGoodsp.Cair.</span> 30 xxxviii 19 </span> (ii A.D.).</div><br><br>'}