Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
Σαβασμός
Σαβάτ
σαβαύτια
Σαββατεῖον
Σαββατίζω
Σαββατικός
Σαββατισμός
Σαββατιστής
Σάββατον
σαββάτωσις
σάβειρος
Σαβίνα
Σαβῖνον
σαβοῖ
Σάβος
σάβουρος
σάβυττος
σαγάλινος
σάγανα
σαγανάριος
σαγάπηνον
View word page
σάβειρος
σάβειρος·
σάβειρος, σάβειος, κόραξ
,
Hsch.
σαβῆρον·
τὸ δακτύλιον
, Id.
σάβηττοι·
κώνωπες
, Id.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
σάβειρος
Headword (normalized):
σάβειρος
Headword (normalized/stripped):
σαβειρος
IDX:
92988
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-92989
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">σάβειρος·</span> <span class="foreign greek">σάβειρος, σάβειος, κόραξ</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> <span class="orth greek">σαβῆρον·</span> <span class="foreign greek">τὸ δακτύλιον</span>, Id. <span class="orth greek">σάβηττοι·</span> <span class="foreign greek">κώνωπες</span>, Id.</div><br><br>'}