Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ῥοδόπυγος
ῥοδοπώλης
Ῥόδος
Ῥοδοσκάρφα
ῥοδόσταγμα
ῥοδόστερνος
ῥοδοστεφής
ῥοδόσφυρος
ῥοδουντία
ῥοδοφεριστής
ῥοδοφόρια
ῥοδοφόρος
ῥοδόφυλλον
ῥοδόχειρ
ῥοδόχροος
ῥοδόχρως
ῥοδών
ῥοδωνιά
ῥοδωπός
ῥοδωτός
ῥοείδιον
View word page
ῥοδοφόρια
ῥοδο-φόρια, τά,= ῥοδισμός, prob. in Supp.Epigr. 2.432 (Macedonia, iii A.D.).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ῥοδοφόρια
Headword (normalized):
ῥοδοφόρια
Headword (normalized/stripped):
ροδοφορια
IDX:
92614
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-92615
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ῥοδο-φόρια</span>, <span class="gen greek">τά</span>,= <span class="foreign greek">ῥοδισμός</span>, prob. in <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Supp.Epigr.</span> 2.432 </span> (Macedonia, iii A.D.).</div><br><br>'}