Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
ῥαιβόκρανος
ῥαιβός
ῥαιβοσκελής
ῥαιβότης
ῥαιβόω
ῥαῖδα
ῥαίδιον
ῥαΐζω
ῥαικακερεῖς
ῥαίνω
ῥαϊξία
ῥάϊος
ῥαιστάζει
ῥαιστήρ
ῥαιστήριος
ῥαιστηροκοπία
ῥάϊστος
ῥαιστότυπος
ῥαίστωρ
ῥαίω
ῥακά
View word page
ῥαϊξία
ῥαϊξία·
τόπος ἴδιος ἰατροῦ ἐν Ταραντίνοις
,
Hsch.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ῥαϊξία
Headword (normalized):
ῥαϊξία
Headword (normalized/stripped):
ραιξια
IDX:
92102
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-92103
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ῥαϊξία·</span> <span class="foreign greek">τόπος ἴδιος ἰατροῦ ἐν Ταραντίνοις</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}