Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

πυραμοειδής
πυραμός
πυραμοῦς
πύραστρον
πυραυγής
πύραυνος
πυραύστης
πυραύστρα
πυράφλεκτος
πυρβόλος
πυργαλίδαι
πύργειος
πυργηδόν
πυργηρέομαι
πυργήρης
πυργίδιον
πύργινος
πυργίον
πυργίς
πυργισκάριον
πυργίσκιον
View word page
πυργαλίδαι
πυργ-αλίδαι, οἱ, name of a guild at Camirus, IG 12(1).701.11 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πυργαλίδαι
Headword (normalized):
πυργαλίδαι
Headword (normalized/stripped):
πυργαλιδαι
IDX:
91574
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-91575
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">πυργ-αλίδαι</span>, <span class="gen greek">οἱ</span>, name of a guild at Camirus, <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">IG</span> 12(1).701.11 </span>.</div><br><br>'}