Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

πτιλωτός
πτισάνη
πτισάνης
πτίσανον
πτισανορρυφία
πτίσις
πτίσμα
πτισμός
πτίσσω
πτιστέον
πτιστής
πτιστικός
πτόα
πτοέω
πτόη
πτόησις
πτοητός
πτοίᾱ
πτοιαλέος
πτοιέω
πτοιώδης
View word page
πτιστής
πτις-τής, οῦ, , cj. for πτισάνης (q.v.).


ShortDef

one who shells

Debugging

Headword:
πτιστής
Headword (normalized):
πτιστής
Headword (normalized/stripped):
πτιστης
IDX:
91199
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-91200
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">πτις-τής</span>, <span class="itype greek">οῦ</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, cj. for <span class="foreign greek">πτισάνης</span> (q.v.).</div><br><br>'}