Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

πρωτόπλοια
πρωτόπλοος
πρωτοποιητικὸς
πρωτόπολις
πρωτοπολίτης
πρωτοπορεία
πρωτοπόρος
πρωτόποσις
πρωτοπραξία
πρωτοπρεσβύτερος
πρωτοραβδοῦχος
πρωτόρριζος
πρωτόρρυτος
πρῶτος
πρωτός
πρωτοσέληνος
πρωτοσπόρος
πρωτόστακτος
πρωτοστασία
πρωτοστάσιον
πρωτοστατέω
View word page
πρωτοραβδοῦχος
πρωτο-ραβδοῦχος, ,
A). chief lictor, Gloss.


ShortDef

chief lictor

Debugging

Headword:
πρωτοραβδοῦχος
Headword (normalized):
πρωτοραβδοῦχος
Headword (normalized/stripped):
πρωτοραβδουχος
IDX:
91028
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-91029
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">πρωτο-ραβδοῦχος</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">chief lictor,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Gloss.</span> </span> </div> </div><br><br>'}