Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

πρωτοκλήσια
πρωτοκλίναρχος
πρωτοκλισία
πρωτόκολλον
πρωτοκόμης
πρωτόκοπος
πρωτοκοσμέω
πρωτόκοσμος
πρωτοκουρία
πρωτόκουρος
πρωτοκτίστης
πρωτόκτιστος
πρωτοκτόνος
πρωτοκύμων
πρωτοκύων
πρωτοκωμήτης
πρωτόλεια
πρωτολεχής
πρωτολήδεσθαι
πρωτόληνα
πρωτολογία
View word page
πρωτοκτίστης
πρωτο-κτίστης, ου, ,
A). original founder, PMasp. 96.34 (vi A.D.).


ShortDef

original founder

Debugging

Headword:
πρωτοκτίστης
Headword (normalized):
πρωτοκτίστης
Headword (normalized/stripped):
πρωτοκτιστης
IDX:
90983
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-90984
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">πρωτο-κτίστης</span>, <span class="itype greek">ου</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">original founder,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">PMasp.</span> 96.34 </span> (vi A.D.).</div> </div><br><br>'}