Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

πρόχειρος
προχειρότης
προχειροτονέω
προχειροτονία
προχειρουργέω
προχειροφόρος
πρόχευμα
προχεύω
προχέω
προχθές
προχθεσινός
προχία
προχλιαίνω
πρόχλωρος
πρόχνῠ
προχοή1
προχόη2
προχοΐδιον
προχοΐς
πρόχοος
προχορεύω
View word page
προχθεσινός
προχθεσῐνός, , όν,
A). of the day before yesterday, EM 691.56 .


ShortDef

of the day before yesterday

Debugging

Headword:
προχθεσινός
Headword (normalized):
προχθεσινός
Headword (normalized/stripped):
προχθεσινος
IDX:
90756
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-90757
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προχθεσῐνός</span>, <span class="itype greek">ή</span>, <span class="itype greek">όν</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">of the day before yesterday,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">EM</span> 691.56 </span>.</div> </div><br><br>'}