Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

προϋπεργάζομαι
προϋπεργασία
προϋπερείδομαι
προϋπεροχή
προϋπέρχομαι
προϋπεύθυνος
προϋπηρετέω
προϋπισχνέομαι
προϋποβάλλω
προϋποβρέχω
προϋπογραφή
προϋπογράφω
προϋποδείκνυμι
προϋποθετέον
προϋποκατασκευή
προϋπόκειμαι
προϋπολαμβάνω
προϋπομνηματίζομαι
προϋποπάσσω
προϋποπτεύω
προϋπορρίπτω
View word page
προϋπογραφή
προϋπο-γρᾰφή, ,
A). previous sketch, outline, Plot. 6.7.7 .


ShortDef

previous sketch, outline

Debugging

Headword:
προϋπογραφή
Headword (normalized):
προϋπογραφή
Headword (normalized/stripped):
προυπογραφη
IDX:
90607
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-90608
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προϋπο-γρᾰφή</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">previous sketch, outline</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg2000.tlg001:6:7:7" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg2000.tlg001:6:7:7/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Plot.</span> 6.7.7 </a>.</div> </div><br><br>'}