Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

προτόνιον
πρότονοι
προτραγῳδέω
προτραχύνω
προτρέπτης
προτρεπτικός
προτρέπω
προτρέφω
προτρέχω
προτριακάς
προτριβεῖς
προτρίβω
πρότριτα
πρότροπα
προτροπάδην
προτροπή
προτροπίς
πρότροπος
πρότροχος
προτρύγαιος
προτρυγάω
View word page
προτριβεῖς
προτριβεῖς· δριμεῖς καὶ ὀξεῖς, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
προτριβεῖς
Headword (normalized):
προτριβεῖς
Headword (normalized/stripped):
προτριβεις
IDX:
90548
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-90549
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προτριβεῖς·</span> <span class="foreign greek">δριμεῖς καὶ ὀξεῖς</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}