Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

προσώδης
προσῳδής
προσῳδία
προσῳδιακός
προσῴδιον
προσῳδός
πρόσωθεν
προσωθέω
προσωνέομαι
προσωνυμία
προσώνυμος
προσωπαιδοῦντες
προσώπατα
προσωπεῖον
προσώπη
προσωπιάς
προσωπίδιον
προσωπικῶς
προσώπιον
προσωποληπτέω
προσωπολήπτης
View word page
προσώνυμος
προσώνῠμ-ος, ον,
A). = ἐπώνυμος , IG 42(1).84.29 (Epid., i A.D.).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
προσώνυμος
Headword (normalized):
προσώνυμος
Headword (normalized/stripped):
προσωνυμος
IDX:
90414
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-90415
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προσώνῠμ-ος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">ἐπώνυμος</span> , <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">IG</span> 42(1).84.29 </span> (Epid., i A.D.).</div> </div><br><br>'}