Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
προσφθεγκτήριος
προσφθεγκτός
πρόσφθεγμα
προσφθείρομαι
πρόσφθογγος
προσφθονέω
προσφίγγω
προσφίλεια
προσφιλέω
προσφιλής
προσφιλία
προσφιλοκαλέω
προσφιλονεικέω
προσφιλοπονέω
προσφιλοσοφέω
προσφιλοτεχνέω
προσφιλοτιμέομαι
προσφιλοφρονέομαι
προσφλεγμαίνω
προσφοιτάω
προσφορά
View word page
προσφιλία
προσφιλ-ία
,
ἡ
,=
προσφίλεια
,
Aq.
Ps.
44
(
45
).
1
.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
προσφιλία
Headword (normalized):
προσφιλία
Headword (normalized/stripped):
προσφιλια
IDX:
90313
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-90314
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προσφιλ-ία</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>,= <span class="foreign greek">προσφίλεια</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Aq.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Ps.</span> 44 </span> (<span class="bibl"> 45 </span>).<span class="bibl"> 1 </span>.</div><br><br>'}