Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

προσυπεργάζομαι
προσυπερέχω
προσυπέχω
προσυπισχνέομαι
προσυποβάλλω
προσυπογράφω
προσυποδείκνυμι
προσυποδεικτέον
προσυποθήγω
προσυπόκειμαι
προσυποκλίνω
προσυπολαμβάνω
προσυπολογίζω
προσυπομένω
προσυπομιμνήσκω
προσυπομνηστέον
προσυπονοέω
προσυπονοητέον
προσυποπτεύω
προσυποστρώννυμι
προσυποτάσσω
View word page
προσυποκλίνω
προσυπο-κλίνω [ῑ],
A). place underneath, τοῖς μηροῖς τὰ γόνατα Paul.Aeg. 3.76 .


ShortDef

place underneath

Debugging

Headword:
προσυποκλίνω
Headword (normalized):
προσυποκλίνω
Headword (normalized/stripped):
προσυποκλινω
IDX:
90265
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-90266
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προσυπο-κλίνω</span> <span class="pron greek">[ῑ]</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">place underneath</span>, <span class="quote greek">τοῖς μηροῖς τὰ γόνατα</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0715.tlg001:3:76" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0715.tlg001:3.76/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Paul.Aeg.</span> 3.76 </a> .</div> </div><br><br>'}