Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

προστίμησις
πρόστιμον
προστιμωρέω
προστινάσσω
προστοιχειόω
προστομιαῖον
προστόμιον
προστομίς
πρόστομος
πρόστοον
προστοχάζομαι
προστραγῳδέω
προστρατεύω
προστρατηγέω
προστραχηλίζω
προστρεβλόω
προστρέπω
προστρέφω
προστρέχω
προστρίβω
πρόστριμμα
View word page
προστοχάζομαι
προστοχάζομαι,
A). predict, τὸ μέλλον Cat.Cod.Astr. 8(1).245 .


ShortDef

predict

Debugging

Headword:
προστοχάζομαι
Headword (normalized):
προστοχάζομαι
Headword (normalized/stripped):
προστοχαζομαι
IDX:
90174
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-90175
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προστοχάζομαι</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">predict</span>, <span class="quote greek">τὸ μέλλον</span> <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Cat.Cod.Astr.</span> 8(1).245 </span> .</div> </div><br><br>'}