Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

προστέλλω
προστέμνω
προστένω
προστερατεύομαι
προστερνίδιον
προστερνίζομαι
πρόστερνος
προστέρπω
προστεφανόω
προστεχνάομαι
προστήθειος
προστηθίδιος
προστηθίς
προστήκομαι
πρόστηξις
προστηρέω
προστιβάζεται
προστιβάς
προστίζιος
προστίθημι
προστίκτω
View word page
προστήθειος
προστήθ-ειος, ον,
A). = πρόστερνος , Eust. 1328.32 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
προστήθειος
Headword (normalized):
προστήθειος
Headword (normalized/stripped):
προστηθειος
IDX:
90150
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-90151
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προστήθ-ειος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">πρόστερνος</span> , <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg4083.tlg001:1328:32" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg4083.tlg001:1328.32/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Eust.</span> 1328.32 </a>.</div> </div><br><br>'}