Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
προστατεύω
προστατέω
προστατήριος
προστάτης
προστατικός
προστατίνα
πρόστατις
προστάτρια
προσταυρόω
προσταφιδόομαι
προσταχή
προστέγασμα
προστεγαστήρ
προστέγιον
προστεγνόω
πρόστεγον
προστειχίζω
προστείχω
προστεκμαίρομαι
προστεκμαρτέος
προστεκταίνομαι
View word page
προσταχή
προστᾰχή
,
ἡ
,
A).
=
προσταγή
,
SIG
707.5
(Olbia, ii B.C.).
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
προσταχή
Headword (normalized):
προσταχή
Headword (normalized/stripped):
προσταχη
IDX:
90128
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-90129
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προστᾰχή</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">προσταγή</span> , <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">SIG</span> 707.5 </span> (Olbia, ii B.C.).</div> </div><br><br>'}