Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

προσπεποιημένως
προσπέρδομαι
προσπεριβάλλω
προσπεριγίγνομαι
προσπεριειλέω
προσπεριεργάζομαι
προσπερίκειμαι
προσπερικόπτω
προσπεριλαμβάνω
προσπεριοδεύω
προσπεριορίζομαι
προσπεριποιέω
προσπερμεία
προσπερονάω
προσπέταμαι
προσπέτομαι
προσπεύθομαι
προσπεφυκότως
πρόσπηγμα
προσπήγνυμι
προσπηδάω
View word page
προσπεριορίζομαι
προσπερι-ορίζομαι, Med.,
A). include with besides, ἔννοιαν τῷ ἐπαίνῳ Longin. 28.3 .


ShortDef

include with besides

Debugging

Headword:
προσπεριορίζομαι
Headword (normalized):
προσπεριορίζομαι
Headword (normalized/stripped):
προσπεριοριζομαι
IDX:
89930
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-89931
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προσπερι-ορίζομαι</span>, Med., <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">include with besides</span>, <span class="quote greek">ἔννοιαν τῷ ἐπαίνῳ</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Longin.</span> 28.3 </span> .</div> </div><br><br>'}