Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

πρόσκειμαι
προσκείρομαι
προσκέλλω
προσκενόω
προσκενωτέον
προσκεπαστής
προσκέπτομαι
προσκερδαίνω
προσκεφαλάδιον
προσκεφάλαιον
προσκεφαλίς
προσκέφαλον
προσκηδής
προσκήνιον
προσκήπτω
προσκηρυκεύομαι
προσκηρύσσω
προσκιγκλίζομαι
προσκιθαρίζω
προσκινδυνεύω
προσκινέομαι
View word page
προσκεφαλίς
προσκεφᾰλ-ίς, ίδος, , = foreg. 1 , Gloss.


ShortDef

pillow

Debugging

Headword:
προσκεφαλίς
Headword (normalized):
προσκεφαλίς
Headword (normalized/stripped):
προσκεφαλις
IDX:
89581
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-89582
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προσκεφᾰλ-ίς</span>, <span class="itype greek">ίδος</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, = foreg. <span class="bibl"> 1 </span>, <span class="title" style="font-style: italic;">Gloss.</span> </div><br><br>'}