Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

προσκαταφθείρω
προσκαταφρονέω
προσκαταφυτεύω
προσκαταχέω
προσκαταχράομαι
προσκαταχρηματίζω
προσκαταχωρίζω
προσκαταψεύδομαι
προσκατειλέω
προσκατεργάζομαι
προσκατερείδομαι
προσκατερείπω
προσκατεσθίω
προσκατεύχομαι
προσκατέχω
προσκατηγορέω
προσκατοικίζω
προσκατόμνυμαι
προσκατορθόω
προσκαυλέω
πρόσκαυμα
View word page
προσκατερείδομαι
προσκατ-ερείδομαι, Pass.,
A). to be pressed down besides, πρὸς τὴν γῆν ὑπὸ τῆς χειρός Hp. Art. 58 .


ShortDef

to be pressed down besides

Debugging

Headword:
προσκατερείδομαι
Headword (normalized):
προσκατερείδομαι
Headword (normalized/stripped):
προσκατερειδομαι
IDX:
89557
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-89558
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προσκατ-ερείδομαι</span>, Pass., <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">to be pressed down besides</span>, <span class="quote greek">πρὸς τὴν γῆν ὑπὸ τῆς χειρός</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0627.tlg010.perseus-grc1:58" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0627.tlg010.perseus-grc1:58/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hp.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Art.</span> 58 </a> .</div> </div><br><br>'}