Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

προσκαταβαίνω
προσκαταβάλλω
προσκαταβλάπτω
προσκατάβλημα
προσκαταβόλημα
προσκαταγελάω
προσκαταγιγνώσκω
προσκαταγράφω
προσκατάγω
προσκαταδείδω
προσκαταδείκνυμι
προσκαταδεσμέω
προσκαταδέω
προσκαταίρω
προσκαταισχύνω
προσκατακλαίομαι
προσκατακλείω
προσκατακλίνομαι
προσκατακλύζω
προσκατακτάομαι
προσκατακτείνω
View word page
προσκαταδείκνυμι
προσκατα-δείκνῡμι,
A). ordain besides, καινὰ τέλη Id. 77.9 .


ShortDef

ordain besides

Debugging

Headword:
προσκαταδείκνυμι
Headword (normalized):
προσκαταδείκνυμι
Headword (normalized/stripped):
προσκαταδεικνυμι
IDX:
89497
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-89498
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προσκατα-δείκνῡμι</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">ordain besides</span>, <span class="quote greek">καινὰ τέλη</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0385.tlg001:77:9" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0385.tlg001:77.9/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Id.</span> 77.9 </a> .</div> </div><br><br>'}